Τον Οκτώβριο του 2017 συμπληρώνονται 50 χρόνια από τον θάνατο του Τσε Γκεβάρα, μια επέτειος που αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο της σύγχρονης ιστορίας.
Οι μάζες πρέπει να είναι σε θέση να καθορίζουν τη μοίρα τους, να αποφασίζουν ποιος διαμοιρασμός της παραγωγής θα διατίθεται αντίστοιχα με τη συσσώρευση (αγαθών) και κατανάλωση. Η οικονομική τεχνική πρέπει να λειτουργεί μέσα στα όρια αυτών των πληροφοριών και η αντίληψη των μαζών να εγγυΩνται την εφαρμογή της.
Όπως σημειώνει ο Μάικλ Λόουι (1997), η έννοια της ελευθερίας γιά τον Τσε σχετίζονταν λιγότερο με την "ιδιωτικοποίηση της κοινωνίας" που προωθούσε η μπουρζουαζία και περισσότερο με την απελευθέρωση της ανθρωπότητας από την απομόνωση που είχε επιβληθεί λόγω της καπιταλιστικής παραγωγικής διαδικασίας. Επομένως, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η δομή της επαναστατικής θεωρίας του Γκεβάρα είναι ταυτόσημη με τη διαλεκτική του Μαρξ, η οποία απορρίπτει και τον μεταφυσικό υλισμό αλλά και τον λεγόμενο ουτοπικό εθελοντισμό.
Όπως ο Μαρξ, έτσι και ο Τσε στην ουσία απέρριψε το δίλλημα μεταξύ μοιρολατρείας (fatalism) και υποκειμενισμού (subjectivism) θέτοντας ένα ουσιώδες ζήτημα στην αντίληψη περί ιστορίας: την ίδια στιγμή που οι καταστάσεις (κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές) "πλάθουν" τον ανθρώπινο χαρακτήρα, το ίδιο το άτομο δημιουργεί νέες καταστάσεις μέσω της επαναστατικής πράξης και πάλης.
Η "επαναστατική πράξη" για τον Τσε Γκεβάρα δεν περιορίζονταν αποκλειστικά στα όρια της ανατροπής του καπιταλισμού - δεν ήταν μια "οικονομική πάλη" με μοναδικό στόχο την κατάκτηση των μέσων παραγωγής από το προλεταριάτο και τις λαϊκές μάζες. Απώτερος στόχος, ήταν η "αυτο-εκπαίδευση" του ατόμου μέσω της συμμετοχής του σε μια αταξική, σοσιαλιστική κοινωνία.
Ο Τσε αντιλήφθηκε τον εξοβελισμό των υπολειμμάτων του καπιταλισμού όχι ως το αυτόματο αποτέλεσμα της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, αλλά κάτι που θα προέκυπτε μέσα από έναν ευρύ, μη-συγκεντρωτικό, κοινωνικό σχεδιασμό. Αυτή του η τοποθέτηση άλλωστε τον διαφοροποίησε σημαντικά από τη σοβιετική - και πιο συγκεκριμένα την σταλινική - λογική του γραφειοκρατικού σοσιαλισμού.
Ο αργεντινός επαναστάτης, σε αντίθεση με σοβιετικούς και Ευρωπαίους μαρξιστές του 20ου αιώνα, έδινε ιδιαίτερο βάρος στη σημασία της ύπαρξης πολιτικών και ηθικών κινήτρων τα οποία ήταν αναγκαία για την αλλαγή της συλλογικής αντίληψης των μαζών. Αυτός ήταν ο δρόμος που, σύμφωνα με τον Τσε, θα οδηγούσε αναπόφευκτα στην ιδεολογική ηγεμονία των κομμουνιστικών αξιών.
Το καλοκαίρι του 1963 μιλώντας στη γαλλική εφημερίδα L'Express ο Γκεβάρα ξεδίπλωνε την διαφωνία του με τον "υπαρκτό σοσιαλισμό" της ΕΣΣΔ: "Η σοσιαλιστική οικονομία χωρίς κομμουνιστική ηθική δε με ενδιαφέρει.
Πολεμάμε τη φτώχεια αλλά ταυτόχρονα και την απομόνωση... Εάν ο κομμουνισμός είναι αποκομμένος από την αντίληψη (σ.σ. την σοσιαλιστική συλλογική αντίληψη), μπορεί να αποτελεί μέθοδο διανομής (αγαθών) αλλά δεν αποτελεί πλέον επαναστατική ηθική". Γίνεται επομένως αντιληπτό ότι για τον Τσε Γκεβάρα η κοινωνική εκπαίδευση και η δημιουργία μιας σοσιαλιστικής συλλογικής σκέψης συνδέονταν με την ίδια την πολιτική οικονομία.
O Τσε πίστευε ότι η επανάσταση θα μπορούσε να διαδοθεί με τη μορφή ντόμινο σ’ ολόκληρο τον Νότο. Ετσι θα φτάσει στη Βολιβία τον Νοέμβριο του 1966.
Ο Τσε ήταν εντελώς αντίθετος με την κυρίαρχη θεωρία του σοσιαλισμού σε μία μόνο χώρα που είχε εδραιωθεί στο κομμουνιστικό στρατόπεδο από την εποχή του Στάλιν. Πίστευε ότι η Επανάσταση θα έπρεπε να εξαπλωθεί σ’ όλο τον Τρίτο Κόσμο, που μαστιζόταν από την πολιτική του δυτικού ιμπεριαλισμού.
Παράλληλα, φαίνεται ότι είχε αντίληψη της οικονομικής ανάπτυξης που απέκλινε κατά πολύ από το σοβιετικό μοντέλο. Την άποψή του αυτή τη διατύπωσε ευθαρσώς στο δεύτερο Οικονομικό Συμπόσιο της Αφρο-Ασιατικής Αλληλεγγύης, που έγινε στην Αλγερία στις 24-2-1965. Εκεί ο Τσε άσκησε δημόσια κριτική και διατύπωσε την άποψη ότι «Για εμάς δεν υπάρχει άλλος ορισμός του σοσιαλισμού, εκτός από την κατάργηση της εκμετάλλευσης του ενός ανθρώπου από τον άλλο» αμφισβητώντας το σοβιετικό μοντέλο.
Ομως, παρά τις προβλέψεις του και τις επιθυμίες του δεν θα τύχει υποστήριξης ούτε από τους τρομοκρατημένους φτωχούς χωρικούς, αλλά ούτε και από το επίσημο Κομμουνιστικό Κόμμα.
Η μοίρα του στη συνέχεια θα μοιάζει εκπληκτικά με τη μοίρα ενός άλλου επαναστάτη, του Ελληνα Αρη Βελουχιώτη, ο οποίος λίγες δεκαετίες πριν είχε πολεμήσει τον ίδιο εχθρό - εξουσία και ξενοκρατία - ολομόναχος και εγκαταλειμμένος από το επίσημο Κόμμα.
Ο Τσε ενστερνιζόταν ένα μοντέλο αντίθετο με τον κεντρικό γραφειοκρατικό σχεδιασμό που είχε επικρατήσει στην ΕΣΣΔ, όπου το ανεξέλεγκτο από οποιοδήποτε λαϊκό έλεγχο Κόμμα όριζε την οικονομική πολιτική.
Εφόσον ο σοσιαλισμός αποσκοπούσε στο να πλήξει τον καπιταλισμό χρησιμοποιώντας τα ίδια μέσα - και τις ίδιες αξίες - του αντιπάλου του, τότε ήταν καταδικασμένος σε αποτυχία.
Ως εκ τούτου, για το Γκεβάρα, έπρεπε να αναζητηθεί ένας άλλος δρόμος που θα ξεπερνούσε τις πρακτικές δυσκολίες εφαρμογής μιας αληθινά σοσιαλιστικής οικονομικής πολιτικής. Ειδάλλως το κομμουνιστικό οικοδόμημα κινδύνευε να απομακρυνθεί από την πρωτογενή μαρξιστική θεωρία και να καταστεί κακέκτυπο του καπιταλισμού και της ανθίζουσας τις τελευταίες δεκαετίες, λεγόμενης "μεικτής οικονομίας".
Σπάνιες σημειώσεις του Ερνέστο Γκεβάρα από την περίοδο 1965-1966, που γράφτηκαν κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Κονγκό και την Τσεχοσλοβακία και είδαν το φως της δημοσιότητας μόλις το 2006, προσθέτουν ενδιαφέροντα στοιχεία.
Από αυτά μπορούμε να εξάγουμε το συμπέρασμα ότι κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Τσε ερχόταν ολοένα και πιο κοντά στην ιδέα μιάς σοσιαλιστικής δημοκρατίας, δηλαδή ενός δημοκρατικού σχεδιασμού μέσα από τον οποίο οι "μάζες" (όπως ήταν η προσφιλής έκφραση του Γκεβάρα) θα ήταν σε θέση να λαμβάνουν τις κύριες οικονομικές αποφάσεις.
Αυτή είναι μία μηχανιστική, μη-μαρξιστική τεχνική. Οι μάζες πρέπει να είναι σε θέση να καθορίζουν τη μοίρα τους, να αποφασίζουν ποιος διαμοιρασμός της παραγωγής θα διατίθεται αντίστοιχα με την συσσώρευση (αγαθών) και κατανάλωση. Η οικονομική τεχνική πρέπει να λειτουργεί μέσα στα όρια αυτών των πληροφοριών και η αντίληψη των μαζών να εγγυώνται την εφαρμογή της.
Η Αριστερά, σε καθολική ΑΝΤΙδιαστολή με τα υπόλοιπα κόμματα, δεν μπορεί να παίζει με τις ανθρώπινες ζωές και αξίες, και όταν οι πολίτες αποφαζίζουν ποιός διαμοιρασμός πρέπει να γίνει, και συγκεκριμένα πώς πρέπει να γίνει, οι κυβερνήσεις πρέπει να υπηρετούν τους πολίτες.
Οι κύριες οικονομικές αποφάσεις, η οικονομική τεχνική, και ο διαμοιρασμός πρέπει να γίνεται από τους πολίτες και οι κυβερνήσεις να ακολουθούν.
Η "αυτο-εκπαίδευση" του ατόμου μέσω της συμμετοχής του σε μια αταξική, σοσιαλιστική κοινωνία προυποθέτει και τον έλεγχο των μαζικών δομών, και όπως γνωρίζετε όλες οι προτάσεις και αιτήσεις μας έχουν υπονομευτεί από τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Αλέξης Τσίπρας έχει βαφτίσει τον έναν από τους δύο γιους του Ορφέα - Ερνέστο, όμως σε καμία περίπτωση δεν ακολουθεί τη διαδρομή και τη Φιλοσοφία του Τσε, και καθίσταται σαφές σύμφωνα με όσα ισχύουν επί τρία χρόνια, στα οποία ενισχύονται τα συμφέροντα δεξιών και ακροδεξιών ενώ η αριστερά και οι αριστεροί πλήττονται.
Επί τρία χρόνια δεν έχει υπάρξει διαμοιρασμός της παραγωγής, και το κυβερνών κόμμα υπηρετεί και χρησιμοποιεί όσα δημιουργήθηκαν επί ημερών όσων προηγήθηκαν στην εξουσία, χωρίς να έχει ανάλογες υλοποιήσεις - πολιτικές.
Από ένα κόμμα Αριστεράς αναμένεις ριζοσπαστικές πολιτικές με έμφαση στην κάλυψη όσων ήταν πληττόμενοι επί των προηγούμενων διακυβερνήσεων, ενώ εμείς διαθέτουμε αποδεικτικά στοιχεία ότι ''σφάζονται'' οι άρρωστοι και οι ανάπηροι, και πληρώνουν το ''μάρμαρο'' οι πληττόμενοι, κυρίως για την υπεραξία και τα υπερκέρδη των ολιγαρχών, των λίγων, του κεφαλαίου, καθώς και όσων έχουν εξασφαλισμένη - σίγουρη - διαβίωση.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου